Μετά από δεκαπέντε χρόνια αφλογιστίας, μετά από δεκαπέντε χρόνια χωρίς μεγάλο τίτλο, μετά τόσες απογοητεύσεις, ο Ολυμπιακός είναι ξανά πρωταθλητής Ελλάδας στο μπάσκετ.
Μοιάζει σχεδόν σαν ψέμα. Ακόμα κι ο πιο σκληροπυρηνικός οπαδός των ερυθρολεύκων θα χρειαστεί αρκετό καιρό για να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς έχει συμβεί.
Δεν είναι δα και λίγο αυτό που συνέβη. Ο Ολυμπιακός έριξε από τον θρόνο την, κατά γενική ομολογία, καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη την τελευταία εικοσαετία. Αλλά ακόμα πιο αξιοθαύμαστο είναι το πώς συνέβη. Γιατί συνέβη σχεδόν από το πουθενά.
Όταν οι αδελφοί Αγγελόπουλοι είδαν ότι τα ηχηρά ονόματα και οι ακριβοπληρωμένες μεταγραφές δεν απέδωσαν, αποφάσισαν να χτίσουν την ομάδα ξεκινώντας πάλι από την αρχή. Οι πρόεδροι του Ολυμπιακού έδωσαν το ελεύθερο σε έναν εκ των κορυφαίων ευρωπαίων προπονητών, να φτιάξει μια νεανική ομάδα, με στόχο να παίξει ελκυστικό μπάσκετ και χωρίς καμία πίεση, να προσπαθήσει για το καλύτερο δυνατό. Ούτως ή άλλως, ασχέτως αποτελέσματος, κανείς δεν θα έριχνε ευθύνες σε αυτούς τους παίκτες εάν τα πράγματα δεν πήγαιναν κατ’ ευχή.
Ωστόσο, αυτό αποδείχθηκε πως ήταν και το κλειδί. Χωρίς την πίεση του κόσμου του, που τόσα χρόνια ξόδεψε κάθε ίχνος υπομονής, περιμένοντας μια μεγάλη διάκριση από τους ερυθρόλευκους, οι παίκτες του Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο οποίος αποδείχθηκεε πως είναι ο μάγος του mentality, είχαν την «ελευθερία» να δουλέψουν απερίσπαστοι βήμα-βήμα, μέρα-μέρα, για… ότι βγει.
Και βγήκε. Γιατί αυτή η ελευθερία έλυσε τα χέρια και τα πόδια των παικτών. Τους μεταμόρφωσε στην κυριολεξία. Είδαμε παίκτες όπως ο Πρίντεζης, ο Παπανικολάου, ο Σλούκας ή ο Μάντζαρης να μετατρέπονται από παγκίτες σε βασικούς πυλώνες της ομάδας. Παίκτες όπως ο Άντιτς, ο Χάινς, ο Γκετσεβίτσιους ή ο… πειραγμένος Κέσελ του τελευταίου μήνα, να μετατρέπονται από ρολίστες μικρομεσαίων ομάδων, σε παίκτες ικανούς να ανταπεξέλθουν στο κορυφαίο επίπεδο. Είδαμε όλους τους ξένους της ομάδας να παίζουν με τέτοιο πάθος, λες και μεγάλωσαν στην Κοκκινιά. Σε αυτούς προστίθενται οι Ντόρσεϊ και Λο που αναμφισβήτητα αποτελούν τις κορυφαίες χειμερινές μεταγραφές στην ιστορία του Ολυμπιακού (και μην ξεχάσουμε πως ειδικά ο Ντόρσεϊ έφτασε στο Λιμάνι εν μέσω… μουρμουρητών) και- δένοντας τάχιστα στον κορμό της ομάδας- η συμβολή τους στην μεταμόρφωση αυτή των Πειραιωτών μετά τα μέσα της χρονιάς ήταν τεράστια.
Αυτή η ελευθερία απέβαλε και τον φόβο των παικτών. Αυτόν τον δισταγμό που εμφανίστηκε στο παρκέ ουκ ολίγες στιγμές. Μερικές από αυτές πολύ καθοριστικές. Όπως τότε στο Βερολίνο που ο Γκριρ αντί να σουτάρει το τρίποντο της νίκης προτίμησε να πασάρει στον εξασθενημένο από τον πυρετό, Μπουρούση. Ή τότε που ο Άκερ προτίμησε το λέι απ, αντί να καρφώσει την μπάλα στην μπασκέτα του ΟΑΚΑ, με το γνωστό αποτέλεσμα.
Τώρα είδαμε μέτριους σουτέρ, να σουτάρουν λες και είναι τα μεγαλύτερα “πιστόλια” της Ευρώπης. Είδαμε να μετατρέπονται σε αρχισκόρερς, παίκτες που δεν γράφονταν ούτε στις στατιστικές κατηγορίες μέχρι πριν λίγο καιρό. Ακόμα κι ο τελευταίος παίκτης που έμπαινε στο παρκέ δεν φοβόταν να πάρει πάνω του καθοριστικές επιθέσεις. Αλλά και στο αμυντικό κομμάτι ο Ολυμπιακός εμφανίστηκε πιο αποφασιστικός. Και σίγουρα ένα από τα βασικά κλειδιά της επιτυχίας αυτής ήταν η ανάδειξη αυτής της ομάδας σε κορυφαία της Ευρώπης στο κομμάτι των επιθετικών ριμπάουντ. Ίσως αυτή να ήταν και το μεγαλύτερο από όλα τα φετινά επιτεύγματα του Ντούσαν Ίβκοβιτς στο καθαρά τεχνικό κομμάτι.
Από την άλλη, αυτός ο φόβος και ο δισταγμός θα έλεγε πως μεταφέρθηκε για έναν ανεξήγητο λόγο στους παίκτες του Παναθηναϊκού. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε το φάιναλ φορ της Κωνσταντινούπολης. Όπου όλα πήγαν στραβά για τους πράσινους, οι οποίοι είδαν τον αιώνιο αντίπαλο να κάνει πράγματα και θάματα, φτάνοντας μέχρι την ηρωική κατάκτηση της Ευρωλίγκας. Σα να τρόμαξε αυτό το επίτευγμα των ερυθρολεύκων, τους παίκτες του Ομπράντοβιτς.
Κι ενώ, στη σειρά των τελικών ο Ολυμπιακός, με κεκτημένη ταχύτητα από την Πόλη, έβγαλε απίστευτη ενέργεια και πάθος μέσα στο παρκέ, δείχνοντας στον μεγάλο του αντίπαλο τις ορέξεις του από πολύ νωρίς, οι παίκτες του τριφυλλιού εμφάνισαν αδυναμίες τις οποίες είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε από τους Πειραιώτες. Έλλειψη καθαρού μυαλού, πολλά λάθη και διστακτικότητα έγιναν κακιά συνήθεια στους πράσινους, με αδικαιολόγητη συχνότητα για την εμπειρία και την κλάση τους.
Δεν πιστεύω ότι η ηλικία κάποιων παικτών έπαιξε ρόλο. Θα έλεγα μάλιστα πως ο τρόπος που ο Ζοτς διαχειρίστηκε την ικανότητα των πολύπειρων αυτών παικτών στο να φέρνουν εις πέρας ακόμα και τις πιο δύσκολες αποστολές, ήταν ο μόνος λόγος που η σειρά οδηγήθηκε σε πέντε παιχνίδια και δεν τελείωσε νωρίτερα. Σε συνδυασμό βέβαια με την επιπολαιότητα του νεαρού της ηλικίας των περισσότερων ερυθρολεύκων και την ανικανότητά τους να διαχειριστούν ένα αποτέλεσμα σε μια έδρα όπως αυτή του Παναθηναϊκού, ειδικά από την στιγμή που επρόκειτο για αγώνες δίχως αύριο για τον τέως πρωταθλητή Ευρώπης και Ελλάδας.
Κάπως έτσι συνέβη αυτό που στην αρχή της χρονιάς έμοιαζε ακατόρθωτο. Με τον Ολυμπιακό να παίζει μετά από χρόνια ως Ολυμπιακός. Ως την ομάδα που ο κόσμος της έχει συνηθίσει να βλέπει πρώτη σε όλα τα σπορ εντός των συνόρων. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι φέτος ακόμα και οι διαιτητές αντιμετώπισαν με διαφορετικό τρόπο τους ερυθρόλευκους, συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. Φυσικά κανέναν ρόλο δεν έπαιξε η διαιτησία, στο τελικό 3-2 της σειράς των τελικών, ωστόσο είδαμε τις σφυρίχτρες να σφυρίζουν με μεγαλύτερο σεβασμό για τους φετινούς πρωταθλητές από ότι είχαμε συνηθίσει.
Μέσα σε συνθήκες απόλυτης αταραξίας, οι παίκτες του Ντούσαν Ίβκοβιτς, κατάφεραν να βελτιώνονται συνεχώς μέσα από τις προπονήσεις και να σκληραγωγούνται μέσα από τα παιχνίδια έφτασαν σε ένα αλησμόνητο νταμπλ.
Έκλεισαν με τον ιδανικό τρόπο μια χρονιά, την οποία θα πρέπει όλοι οι φίλοι του μπάσκετ να γράψουν σε DVD, γιατί αποτελεί σεμινάριο. Η ομάδα αυτή παρέδωσε μαθήματα… μετάλλου. Είναι το απόλυτο παράδειγμα της ομάδας που μόνο με αδιάκοπη προσπάθεια φτάνει στην κορυφή. Αλλά είναι και ένα μάθημα για όλους τους Έλληνες φιλάθλους, οι οποίοι στην πρώτη αποτυχία έχουν μάθει να τα χώνουν στους παίκτες και να ψάχνουν συνεχώς για υπαίτιους. Καιρός λοιπόν να δουν πως όταν αφήνεις χώρο σε κάποιον να εξελιχθεί, χωρίς πίεση και κατά συνέπεια, άγχος, φόβο δισταγμό, μπορεί να κάνει θαύματα…
Για το φινάλε θέλω να αναφερθώ στον Βασίλη Σπανούλη (και για τον οποίο σκοπίμως δεν αναφέρθηκα νωρίτερα, γιατί είναι ένα άρθρο μόνος του), για τον οποίο η μεταγραφή του στον Ολυμπιακό ήταν ένα στοίχημα. Σήμερα δικαιώθηκε. Όχι δεν δικαιώθηκε στην Κωνσταντινούπολη, γιατί αν έχανε από τον Παναθηναϊκό το πρωτάθλημα θα το έφερε βαρέως και η τεράστια ευρωπαϊκή επιτυχία θα μετριαζόταν. Ναι, παράδειγμα προς μίμηση η προσπάθεια των πιτσιρικάδων του Ολυμπιακού και ο πρωτόγνωρος αλτρουισμός των ξένων του, ωστόσο ένα πολύ μεγάλο μερίδιο αυτής της επιτυχίας ανήκει σε αυτόν, στον φυσικό της ηγέτη. Η κίνησή του να βγάλει την γλώσσα επιδεκτικά προς τους πρώην συμπαίκτες του μετά από ένα μεγάλο τρίποντο ήταν χαρακτηριστική. Με την καθοδήγηση του Kill Bill όλη τη χρονιά έβγαλε γλώσσα μαζί του ολόκληρος ο Ολυμπιακός. Κι όταν κάποιος βγάζει γλώσσα, φυσικό είναι να περιμένει απάντηση. Πλέον οι αιώνιες κόντρες στο ελληνικό πρωτάθλημα δεν θα είναι ποτέ οι ίδιες. Αναμένουμε την απάντηση λοιπόν και προσβλέπουμε στα καλύτερα που έρχονται…